Τετάρτη 27 Νοεμβρίου 2019

Η ομιλία του ιστορικού Δημ. Ζυμάρη για το βιβλίο του Στέφ. Πουλημένου "Τα τραγούδια της Κέρκυρας"

Στην εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου του Στέφανου Πενηντάρχου Πουλημένου «ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ μέσα από τα λαϊκά δρώμενα και της παραδόσεις της», στο αμφιθέατρο 1 του  Ιονίου Πανεπιστημίου, στις 22.11.2019, ένας εκ τών ομιλητών ήταν ο ιστορικός - φιλόλογος Δημήτρης Ζυμάρης (φωτο).
Το πλήρες κείμενο της ομιλίας του Δημ. Ζυμάρη έχει ως εξής:

Κυρίες και κύριοι, αγαπητοί φίλοι,
Κατ’ αρχάς, επιτρέψτε μου να ευχαριστήσω τον αγαπητό φίλο Στέφανο Πουλημένο για την ευγενική του πρόσκληση να μιλήσω απόψε, ανάμεσα μάλιστα σε δυο καταξιωμένους και πολύπειρους, ειδικούς επί του θέματος, εισηγητές. Επίσης, επιτρέψτε μου να εκφράσω τη χαρά και τη συγκίνησή μου διότι μετά από πολλά χρόνια, λαμβάνω ξανά το λόγο -με άλλους όρους είναι η αλήθεια- στο αμφιθέατρο του Τμήματος Ιστορίας, όπου σπούδασα.
Για το βιβλίο θα μπορούσα να πω πάρα πολλά, διότι παρακολουθώ την σταδιακή δημιουργία του σχεδόν από το ξεκίνημά του, και διότι με τον αγαπητό Στέφανο γνωριζόμαστε πάνω από 25 χρόνια, απ’ όταν εκείνος νέος εκδότης της εφημερίδας Η Κέρκυρα Σήμερα κι εγώ ανήσυχος φοιτητής, αγωνιούσαμε, μεταξύ άλλων, για τη στέγαση του Ιονίου Πανεπιστημίου στο Π. Φρούριο… Εντούτοις, δεν επιθυμώ να σας κουράσω, γι’ αυτό θα είμαι πολύ σύντομος.
Έτσι κι αλλιώς, είναι ακατόρθωτο να μπορέσει κανείς, έστω και να θίξει, μέσα σε δέκα λεπτά, ακόμη και τα περιεχόμενα ενός βιβλίου που πραγματεύεται χιλίων χρόνων τραγούδια και δουλεύεται συστηματικά τόσον καιρό! Για αυτό, ζητώ εκ των προτέρων την επιείκειά σας.


Τεκμηριωμένη και εμπλουτισμένη συλλογή


Το βιβλίο ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ είναι ιδιαίτερα σημαντικό για πολλούς λόγους.
Κατά πρώτον, διότι έρχεται να προστεθεί ως ένας ακόμη κρίκος στη μακρά αλυσίδα των εκδοτικών προσπαθειών καταγραφής της τοπικής μας δημοτικής ποίησης. Οι Μανούσος, Ζαμπέλιος, Κοντός, Μαρτζούκος, Σαλβάνος, Μπουνιάς, Τζώρα, Πακτίτης, Χυτήρης, Κλήμης, Σγούρος, Κάντας κ.α. με τελευταίο τον αείμνηστο Σπύρο Τζήλιο, είναι κάποιοι από εκείνους που συνέλεξαν και δημοσίευσαν εντυπωσιακό υλικό, το οποίο φυσικά αξιοποιείται στο  ανά χείρας βιβλίο.
Κατά δεύτερο όμως, και κυριότερο λόγο, το βιβλίο είναι σημαντικό, διότι αυτήν την πηγαία λαϊκή ποίηση, μάς την προσφέρει σήμερα τεκμηριωμένη και εμπλουτισμένη, παρουσιάζοντάς την μ’ έναν μεθοδικό, όσο και πρωτότυπο τρόπο.
Ουσιαστικά πρόκειται για έναν πολυσύνθετο και καλά δουλεμένο τόμο 420 σελίδων, αποτελούμενο από δύο μέρη: Θα ξεκινήσω αντίστροφα, από το δεύτερο μέρος, το οποίο αποτελεί την κύρια πρωτοτυπία του βιβλίου (καθώς στις 100 σελίδες του δημοσιεύεται η μουσική καταγραφή ενενήντα μιας μελωδιών από τον γνωστό και σεμνό, πολύ αγαπητό Κερκυραίο συνθέτη Σπύρο Τσιλιμπάρη). Μάλιστα, αρκετές απ’ αυτές τις μελωδίες παίρνουν για πρώτη φορά τη μορφή μουσικού κειμένου. Όμως, δυστυχώς είμαι εντελώς αναρμόδιος να πω περισσότερα, και άλλωστε θα μιλήσει γι’ αυτό το πολύτιμο κεφάλαιο ο αγαπητός Κώστας Καρδάμης.


Προσεκτικά δομημένη σύνθεση

Θα εστιάσω, λοιπόν, στο πρώτο, 280 σελίδων, μέρος, το οποίο ξεκινά με ένα εκτενές ιστορικοκοινωνικό πλαίσιο, που μας τοποθετεί στο χώρο και στο χρόνο, παρουσιάζοντας τις ξεχωριστές συνθήκες που έζησε το νησί μας και που συνέβαλαν -εκτός των άλλων- στη διαμόρφωση των δημοτικών μας τραγουδιών.
Στη συνέχεια, παρατίθενται κατατοπιστικά στοιχεία για τον υλικό πολιτισμό, για τη γλώσσα μας, τη θρησκεία, τα ήθη και τα έθιμά μας, ενώ δίνεται ξεχωριστή έμφαση στη μουσική, στα τραγούδια και στα μουσικά όργανα.
Ακολουθούν δεκαπέντε κεφάλαια όπου δημοσιεύονται και αναδεικνύονται ισάριθμες κατηγορίες τραγουδιών: Ακριτικά, Παραλογές, νεότερα αφηγηματικά, της Αγάπης, του Γάμου, Νανουρίσματα, της Αγροτικής ζωής, της Ξενιτειάς, λαϊκοθρησκευτικά, της Αποκριάς, των Πανηγυριών, το τραγούδι του Κλήδονα, Μοιρολόγια και Χαροντικά.
Όμως, δεν πρόκειται για μια απλή συγκέντρωση και παράθεση τραγουδιών (που κι αυτή από μόνη της αποτελεί κοπιαστική εργασία). Πρόκειται για μια προσεκτικά δομημένη σύνθεση ιστορικών, λαογραφικών, φιλολογικών, ανθρωπολογικών και άλλων στοιχείων, που αναφύονται γύρω από αυτά τα τραγούδια, τα ζωντανεύουν, τα τεκμηριώνουν και μας τα προσφέρουν ως ένα ελκυστικό ανάγνωσμα και εν δυνάμει ακρόαμα. 


Πολύχρωμο και πολυεπίπεδο μωσαϊκό μνήμης κι αγάπης


Ουσιαστικά, μας προσφέρουν έναν μίτο που μας συνδέει τόσο με το κοινό αρχαιοελληνικό και βυζαντινό παρελθόν μας, το οποίο μάλιστα είναι εκπληκτικό πως επιβιώνει σε πολλά στοιχεία του βίου μας, με ιδιάιτερα αυθεντικό τρόπο. Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε ότι η Κέρκυρα υπήρξε για αιώνες όριο και άκρο της βυζαντινής επικράτειας.
Όχι όμως, μόνον κάθε κεφάλαιο, αλλά και πολλά από τα τραγούδια, το καθένα ξεχωριστά, συνοδεύονται από διαφωτιστικές πληροφορίες που διαμορφώνουν ένα πολύχρωμο και πολυεπίπεδο μωσαϊκό μνήμης κι αγάπης.
Έτσι, στις σελίδες του, θα συναντήσουμε τον καταγραφέα ενός τραγουδιού που θρηνεί για τον χαμένο παράδεισο, κι εντοπίστηκε  σ’ ένα νοταριακό έγγραφο του 1616, χάρη στον δεινό ερευνητή κ. Ανδρέα Μαζαράκη, θα ακούσουμε τον Εμμανουήλ Θεοτόκη στα 1827 να σχολιάζει το «…ένστικτο της ακοής για τους σχηματισμούς τέλειων συγχορδιών…»,  όπως χαρακτηριστικά ο ίδιος τονίζει, θα δούμε μέσα από το ρομαντικό βλέμμα της Αυτοκράτειρας Ελισάβετ και του Χρηστομάνου να θαυμάζουν τις κοπέλες που τραγουδούσαν και χόρευαν κάτω από τις ελιές,  αλλά και μέσα από τη ματιά του Κερκυραίου ποιητή Μαρτινέλλη, ο οποίος καταγράφει λεπτομερέστατα σε ποίημά του ένα πανηγύρι στην ύπαιθρο Κέρκυρα του 19ου αι. Και θα φτάσουμε ως τον Λόρενς Ντάρελ, ο οποίος περιγράφει τα ταμπουρλονιάκαρα που βλέπει κι ακούει στην Κασσιόπη, μόλις το 1937, 82 χρόνια πριν...
Όσα παραπάνω ανέφερα, αποτελούν ελάχιστα ενδεικτικά στοιχεία από την πλούσια τεκμηρίωση.
Από εκεί και πέρα όμως, αξίζει να θυμηθούμε ότι μέσα από τα τραγούδια αυτά καθαυτά, επιστέφουμε στις πηγές του νεοελληνικού λόγου. Στις ρίζες του μεγάλου δέντρου της νεοελληνικής ποίησης που έχουν ποτιστεί από τον ιδρώτα και τα δάκρυ εκατομμυρίων ανώνυμων ξωμάχων. Αυτού του ποιητικού δέντρου από το οποίο γεύτηκε τους καρπούς του ο Διονύσιος Σολωμός  κι εμπνεύστηκε το ανυπέρβλητο ποιητικό του έργο.


Φυσικοί φορείς του αρχεγόνου λόγου και των νοημάτων του

Αλλά, το στοιχείο που νομίζω πως συγκινεί περισσότερο, είναι ότι οι άνθρωποι εκείνοι, όπως επίσης όσες και όσοι διασώζουν αυτά τα ακούσματα και τα τραγουδούν ως τις μέρες μας, ουσιαστικά αποτελούν οι ίδιοι φυσικούς φορείς του αρχεγόνου λόγου και των νοημάτων του.
Γιατί τα τραγούδια δεν είναι μόνο ήχοι. Είναι Λόγος. Είναι το καθρέφτισμα της συλλογικής ψυχής, των νοοτροπιών, των φόβων, των επιθυμιών, της αγωνίας και της ελπίδας των ανθρώπων. Και όχι μόνον, αλλά εκφράζουν -στο υπόβαθρό τους- αρχαιότατες πεποιθήσεις. Για παράδειγμα, το αρχέτυπο του πολυμήχανου Οδυσσέα, επανέρχεται, μ’ έναν τρόπο, μέσα στο βιβλίο, στο σημείο που ο Γιαννάκης, «μάισας υγιός», χρησιμοποιεί την πονηριά-μεταμφίεση για να κυριεύσει το κάστρο της Ωριάς.
Και πάλι το αρχέτυπο από τη σκοπιά του πολυβασανισμένου Οδυσσέα, το συναντάμε στο τραγούδι ο Γιάννης Σκλάβος, όπου η δύναμη της νοσταλγίας οδηγεί τον σκλάβο στην απελευθέρωσή του, ύστερα από 12 ολόκληρα χρόνια στο κάτεργο.
Κι αφού πρώτα περάσει τη δοκιμασία της αναγνώρισης από τον πατέρα του (Θυμηθείτε το αντίστοιχο στιγμιότυπο μεταξύ Οδυσσέα και Λαέρτη) κατορθώνει την τελευταία στιγμή να γλιτώσει τη γυναίκα του από έναν άδικο γάμο.
Εδώ μάλιστα, το πολύ ενδιαφέρον είναι ότι δεν πρόκειται μόνον για αρχαίο μύθο, αλλά οι περιπέτειες αυτές της σκλαβιάς, επιβεβαιώνονται και από τα νοταριακά έγγραφα του 16ου αιώνα, όταν για αρκετά χρόνια μετά την οθωμανική πολιορκία της Κέρκυρας του 1537, αναφέρονται επιστροφές στο νησί μας, ανθρώπων που τους θεωρούσαν νεκρούς. Κι όταν εκείνοι, επιτέλους, μετά από -φανταστείτε τι περιπέτειες- επέστρεφαν, έβρισκαν της συζύγους τους ξαναπαντρεμένες και το σπιτικό τους ξένο. Και τα διεκδικούσαν!
Ένα άλλο βαθύ και σκληρό τραγούδι και με πολύ ενδιαφέρουσα παρουσίαση, είναι ο Έρικκας, το οποίο αφορά το ιστορικό πρόσωπο του Ερρίκου της Φλάνδρας, του δεύτερου Λατίνου Αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης, (1206-1216). Η μυθοποιημένη ιστορία αυτού του ανθρώπου, έφτασε να τραγουδιέται από στόμα σε στόμα κι από γενιά σε γενιά από αγράμματες γυναίκες της Κέρκυρας μέχρι της μέρες μας! 800 ολόκληρα χρόνια μετά! Και μάλιστα στο τραγούδι αυτό, η δια της βίας σύζυγος του Βασιλιά, η Ελένη, με δόλο τον δολοφονεί και μετά επιστρέφει στο πατρικό της, προσφέροντας λάφυρο στον πατέρα της την κεφαλή του Ερίκκου.
Ας σκεφτούμε, για μια στιγμή, πόσα νοήματα για τις προαιώνιες  σχέσεις των  ανθρώπων από ανθρωπολογική αλλά και ψυχαναλυτική ακόμα σκοπιά μπορούν να αναπτυχθούν γύρω από αυτό το αφήγημα και μόνον! Δυστυχώς, λόγω χρόνου δεν μπορώ να σας πω περισσότερα για αυτό το συναρπαστικό ταξίδι που εναπόκειται στον καθένα μας να επιχειρήσει, με σταθμό και αυτό το βιβλίο, στο οποίο διαπιστώνει κανείς έναν ιδιαίτερο  τρόπο παρουσίασης, διότι συχνά ενέχει και τον χαρακτήρα του έγκυρου δημοσιογραφικού λόγου.
Γιατί, όσοι ξέρουμε τον Στέφανο, θα τον δούμε συχνά στο βιβλίο του να αναζητά μια κρυμμένη πληροφορία και να μας περιγράφει με κρυφή ικανοποίηση τη διαδικασία μιας μικρής ανακάλυψης.


΄Υμνος στη δύναμη της συλλογικότητας

Κλείνοντας, θέλω μόνον να τονίσω δυο ακόμη στοιχεία. Το πρώτο είναι ο ύμνος στη δύναμη της συλλογικότητας. Αυτήν άλλωστε, προτάσσει και ο ίδιος ο συγγραφέας, στη συγκινητική αλλά και ουσιαστική αφιέρωση του: «στη μνήμη όλων όσοι έπλασαν, τραγούδησαν, συνόδευσαν με τα μουσικά τους όργανα, χόρεψαν, ερεύνησαν, κατέγραψαν και διέσωσαν τα τραγούδια της χιλιόχρονης λαϊκής μουσικής παράδοσης της Κέρκυρας». Με την αφιέρωση αυτή, ο Στέφανος τιμά ακριβώς τη μνήμη δεκάδων γενεών των προγόνων μας, που αν και ανώνυμοι, συνδιαμόρφωσαν την πεμπτουσία του λαϊκού λόγου, στην πιο αυθεντική συλλογική και κοινωνική του διάσταση.
Και το δεύτερο στοιχείο, είναι ο ύμνος της  βιωματικής σχέσης (που από ό,τι μόλις είδαμε, διατηρείται αρκετά ισχυρή), και της αγάπης. Αγάπης οποιασδήποτε μορφής. Ερωτικής, συγγενικής, φιλικής, εν τέλει της αγάπης ως θεμελιώδες κίνητρο ζωής και δημιουργίας. Αυτή η αγάπη είναι η δύναμη που αναμφίβολα οδήγησε τον Στέφανο, όπως κι αρκετούς άλλους ευαίσθητους ανθρώπους να συγκεντρώσουν αντίστοιχο λαογραφικό υλικό.
Διότι, εκτός από τους ανώνυμους δημιουργούς, υπάρχουν και αρκετοί επώνυμοι Κερκυραίοι που τους αξίζει μια ξεχωριστή τιμή, καθώς συνέλεξαν αξιολογότατο υλικό, αλλά για διάφορους λόγους δεν κατόρθωσαν να το δημοσιεύσουν…  
Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, ο καθένας μας ως άτομο, αλλά και ως εκπρόσωπος του φορέα στον οποίον πιθανόν μετέχει, οφείλουμε να συμβάλουμε στην ανάδειξη όλων αυτών των στοιχείων που περιμένουν τη σειρά τους να αναβιώσουν.
Ένας από τους αυτοδίδακτους λαογράφους, ήταν ο αείμνηστος Σπύρος Α. Χανδρινός, πολύ αγαπημένος μου φίλος, άνθρωπος με σπάνια ποιότητα, που αφιέρωσε τη ζωή του και την καταξίωσε, με την καταγραφή των τραγουδιών και πολλών άλλων παραδόσεων των Αυλιωτών, του χωριού μου.
Επιτρέψτε μου, λοιπόν, να αφιερώσω την αποψινή μου εισήγηση, ως ελάχιστο φόρο τιμής στη μνήμη του.
    Σας ευχαριστώ πολύ!

Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2019

Η ομιλία του Κώστα Καρδάμη, στην παρουσίαση του βιβλίου του Στέφανου Πουλημένου, «Τα τραγούδια της Κέρκυρας μέσα από τα λαϊκά δρώμενα και τις παραδόσεις της»

Στην εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου του Στέφανου Πουλημένου "Τα τραγούδια της Κέρκυρας, μέσα από τα λαϊκά δρώμενα και τις παραδόσεις της", ένας από τους τρεις ομιλητές ήταν ο Κώστας Καρδάμης (φωτο), μουσικολόγος, επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Ιονίου Πανεπιστημίου και συστηματικός ερευνητής και μελετητής της μουσικής ιστορίας της Κέρκυρας.

Το πλήρες κείμενο της ομιλίας του έχει ως εξής:




Αξιότιμες Κυρίες και Αξιότιμοι Κύριοι,
όταν προ ενός και πλέον μηνός κατά τη συνηθισμένη σάρωση των προθηκών των κερκυραϊκών βιβλιοπωλείων εντόπισα το βιβλίο του Στέφανου Πουλημένου “Τα τραγούδια της Κέρκυρας μέσα από τα λαϊκά δρώμενα και τις παραδόσεις της” αφενός χάρηκα ιδιαίτερα με το γεγονός και αφετέρου το απόκτησα την ίδια στιγμή. Σίγουρα, όμως, δεν ξαφνιάστηκα με την έκδοση, αφού ο αγαπητός Στέφανος με είχε κάνει, αρκετές φορές στο πρόσφατο παρελθόν, κοινωνό των σκέψεων και των προβληματισμών του, ενώ παρακολουθούσα από τα ΜΜΕ και τις ζωντανές παρουσιάσεις του τη θέρμη με την οποία έδινε, πάντοτε με ζέση νεοφώτιστου, όλο τον εαυτό του στην ανάδειξη και μεταλαμπάδευση της φωνητικής μουσικής της κερκυραϊκής υπαίθρου. Η οργανωμένη δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων της τόσο συνεπούς ενασχόλησής του με το αντικείμενο σε μορφή βιβλιογραφικής έκδοσης μού φάνηκε τόσο αυτονόητη όσο και ο σχεδόν δεκαετής αγώνας του επί του θέματος. Όταν μετά από μερικές ημέρες, και αρκετό κυνήγι στο τηλέφωνο..., ο Στέφανος μου πρότεινε να είμαι εδώ απόψε μαζί σας για να πω δύο από καρδίας κουβέντες για το βιβλίο του δεν υπήρχε περίπτωση να μη δεχθώ την τιμή, ούτε ως κοντοχωριανός του, ούτε ως Κερκυραίος, αλλά ούτε και ως άνθρωπος που έχει θέσει εαυτόν στην υπηρεσία της ακαδημαϊκής έρευνας.

Βιωματικές καταγραφές

Επιτρέψτε μου, λοιπόν, μια βιωματική έναρξη: κάθε καλοκαίρι ευρισκόμενος στον κήπο του πατρικού μου σπιτιού στο Αλεποχώρι ακούω απόηχους από τις μουσικές των διαφόρων πανηγυριών της ευρύτερης περιοχής, πολλές φορές πάνω από ένα ταυτόχρονα (εξαρτάται την περίοδο). Πιο πριν κατά κανόνα οδηγώντας, έχω προσέξει, είτε σε αφίσες είτε σε πανό, τα πανηγύρια αυτά να χαρακτηρίζονται ως «παραδοσιακά» και να μάς καλούν σε «πατροπαράδοτα έθιμα». Καίτοι αχνοί (ή δυνατότεροι, εξαρτάται από τη φορά του ανέμου) οι προαναφερθέντες απόηχοι της καλοκαιρινής νύκτας στο αυτί μου έρχονται σε αντίθεση με τις διαβεβαιώσεις των αφισών και των πανό: από επαγγελματική διαστροφή ψάχνω να βρω κερκυραϊκό ήχο στα τραγούδια και τους χορούς και το ποσοστό (σε διάρκεια και αριθμό) των κερκυραϊκών ακουσμάτων δεν υπερβαίνει το 2 με 3%. Πού η παράδοση, λοιπόν, και που το πατροπαράδοτο;
Γρήγορα (επίσης από επαγγελματική διαστροφή) δίνω στον εαυτό μου τις συνήθεις ακαδημαϊκές δικαιολογίες, όπως προκύπτουν από την ανθρωπολογία και την κοινωνιολογία: η ισοπέδωση των ΜΜΕ, η στρεβλή ή μηδενική προβολή του τοπικού στοιχείου σε εποχές παγκοσμιοποίησης, η τουριστική ευκολία, η ομοιογενοποίηση των σύγχρονων κοινωνιών, οι διαφορετικές σύγχρονες προτεραιότητες και άλλα πολλά (να μην σάς κουράζω) έδιναν απαντήσεις για το σήμερα. Άλλωστε, τι πιο λογικό για την Ελλάδα, που μεταπολεμικά βάσισε το διεθνές προφίλ της στο Ποτέ την Κυριακή και στον Ζορμπά, να αδυνατεί να ενσωματώσει οτιδήποτε άλλο. Έτσι νομίζουν οι άλλοι ότι είμαστε (Ζορμπάδες και Πειραιώτες, δηλαδή), ας μην τους χαλάσουμε το χατήρι!
Το χθες, όμως, και μάλιστα με τη μορφή της ζώσας πραγματικότητας (της νεφελώδους, συχνά, παράδοσης) που είναι; Υπάρχει ή χάθηκε; Κοιτώ απέναντι από τον κήπο μου, όπου είναι το σπίτι του Προκόπη Καφαράκη (γνωστός σε όλους μας πιστεύω. Οι συστάσεις περισσεύουν), με τον οποίο πολλές φορές έχουμε πει να μιλήσουμε, αλλά δεν έχουμε συμπέσει ποτέ. Ξέρω, όμως, ότι ξέρει πολλές από τις μελωδικές απαντήσεις στα ερωτήματά μου. Λίγο παρακάτω από τον κήπο μου βρίσκεται το σπίτι του θείου μου, σύζυγος του οποίου ήταν η κόρη του πρωτοβιολιστή της Καμάρας, του θρυλικού Νιόνιου. Πιτσιρικάς εγώ τη δεκαετία του 1980 και ήδη γηραιός ο Νιόνιος τότε: φυσικά δεν συνέπεσε να τον εκμεταλλευτώ, όπως έπρεπε. Κάπως έτσι ελάχιστα μπόρεσα να αξιοποιήσω και την ψαλτική δεινότητα του συγγενή μου Τώνη Καρδάμη στα Καρδαμάτικα. Και στο μυαλό μου έρχεται και η κουβέντα του πατέρα μου, ο οποίος 80 χρονών πλέον ήταν πιτσιρικάς όταν άκουγε τα μπουλούκια τον ελαιοσυνακτριών που, όπως μου λέει ακόμη, «έκαναν της πλαγιές των Αγίων Δέκα να τραγουδούν».

Παλαιότεροι ερευνητές

Και όμως, σίγουρα κάτι υπήρχε και ήταν πασιφανώς ενδιαφέρον, και σημαντικότερο από τα ομοιογενοποιημένα πανηγυριώτικα ακούσματα του 21ου αιώνα. Οι περιγραφές των περιηγητών μου ήταν γνωστές από χρόνια, οι συγγραφικές αποκαλύψεις άλλων λαογράφων της Κέρκυρας (ενδεικτικά: Μπουνιάς, Πακτίτης, Χυτήρης, Κλήμης και ο ακάματος Τζήλιος με την ανέκδοτη δουλειά του για τη ΒΔ, και όχι μόνο, Κέρκυρα) δεν άφηναν αμφιβολία για τη σημασία της κερκυραϊκής μουσικής της υπαίθρου σε σχέση με τα δρώμενά της, καθώς και για τις διαφορές της ανά περιοχή. Οι δισκογραφικές παραγωγές του «Αργαστηριού» και του «Λαοδάμαντα» (υπό την επίβλεψη του ακούραστου και εμβληματικού Δημήτρη Κάντα) είχαν αφήσει έναν πραγματικό μικρό θησαυρό για όποιον μπορούσε να πάρει τον δρόμο χρονικά ακόμη πιο πίσω ακολουθώντας την επιστημονική μεθοδολογία. Ενώ οι κατά καιρούς παραστάσεις του «Η Κέρκυρα τραγουδάει» έφερναν την τελεστική δύναμη της μουσικής με τη μορφή θεατρικού δρώμενου επί σκηνής του φαντασιακά εχθρικού προς την ύπαιθρο Δημοτικού Θεάτρου.
Δεν θα σάς κουράσω άλλο με το τι είχαμε μέχρι στιγμής ως οργανωμένη γνώση για τη μουσική της αγροτικής Κέρκυρας. Ούτε βεβαίως με το πώς αγνοήσαμε έως τώρα αυτές τις εξαιρετικές συμβολές και τους ακαταπόνητους ανθρώπους που διατήρησαν και πρόβαλαν τη μουσική αυτή στο πλαίσιο των τελέσεων της υπαίθρου. Και φυσικά οι εδώ αναφερθέντες δεν είναι οι μόνοι: η βιβλιογραφία του Στέφανου Πουλημένου μάς γνωρίζει πολλούς ακόμη.

Σπ. Ξύνδας και ταμπουρλονιάκαρα

Να προστεθεί μόνο, ότι η παραγωγή από την Παλαιά Φιλαρμονική το 2017 της όπερας “Ο υποψήφιος βουλευτής” δεν ήρθε μόνο να ξανακάνει γνωστό το πρώτο ελληνόφωνο οπερατικό έργο 150 έτη μετά την πρεμιέρα του, αλλά και να καταδείξει κάτι πιο σημαντικό, κατά τη γνώμη μου: τη διάδραση και την άμεση σύνδεση της μουσικής της υπαίθρου με την έντεχνη μουσική δημιουργία της πόλης πέρα από προκαταλήψεις και τεχνητά τείχη. Διότι πράγματι χώρα και χωριό ήταν δύο ξεχωριστοί κόσμοι, όχι όμως και αλληλοαποκλεισμένοι. Οικονομικά και εργατικά ήταν σε συνεχή επαφή, και ούτε οι χωριάτες ούτε οι χωραΐτες ήταν κουφοί. Αν μη τι άλλο, Ο υποψήφιος μάς προσέφερε μια εκ των έσω προσέγγιση της ίδιας της μουσικής της κερκυραϊκής υπαίθρου μέσα από τα αυτιά του Ξύνδα, η οικογένεια του οποίου είχε κτήματα στην περιοχή του Σκριπερού.
Κατά τη διάρκεια των προβών ξαναμιλήσαμε με τον Στέφανο (ο οποίος συμμετείχε στην παράσταση ως μέλος της Χορωδίας Κερκύρας), σχολιάσαμε το ταμπουρλονιάκαρο και άλλα θέματα και χαρήκαμε την τέλεση επί σκηνής. Γνώριζα, φυσικά. ότι οι αναζητήσεις του προχωρούσαν, οπότε ιδού και το προφανές αποτέλεσμά τους: το βιβλίο το οποίο μάς φέρνει εδώ απόψε. Και πρέπει σε αυτό το σημείο να υπογραμμιστεί η κυριότερη αρετή του βιβλίου: προσφέρει στον αναγνώστη ό,τι ακριβώς αναφέρει ο τίτλος του. Δηλαδή, δεν περιορίζεται στην καταγραφή των τραγουδιών, αλλά κυρίως τα προσεγγίζει ως ζωντανά, χρηστικά και αναπόσπαστα μέρη της πάνδημης διαδικασίας τέλεσης των δρώμενων των δεκαπέντε κατηγοριών, τις οποίες καταγράφει.

Μουσικές και μνήμες αιώνων

Ο Στέφανος, βασιζόμενος και αναγνωρίζοντας ήδη από την εισαγωγή του βιβλίου τις εργασίες των προηγούμενων από αυτόν συγγραφέων, φορέων και συλλεκτών, αποδέχτηκε μια πρόκληση που δύσκολα θα αποδεχόταν άλλος στις μέρες μας: ξεκινώντας από τους συγχωριανούς του άρχισε να φέρνει στην επιφάνεια μουσικές και μνήμες αιώνων, όπως αυτές είχαν παραμείνει στην μνήμη καθημερινών ανθρώπων. Επιδόθηκε μέσα από την επιμονή στον στόχο και τη δημοσιοποίηση της προσπάθειάς του στο να εντοπίσει και να καταγράψει τις σημερινές απολήξεις μια παλαιάς τέλεσης (είναι μάλλον άδικο να μιλάει κανείς απλώς για μουσικό είδος), η οποία μπορεί να μας πηγαίνει ως βιολογική εμπειρία μέχρι τις αρχές του προηγούμενου αιώνα, αλλά στον προσεκτικό και μεθοδικό χρήστη ή ερευνητή οι καταγραφές αποκαλύπτουν το μουσικό και ανθρωπολογικό βάθος αιώνων.
Ανάμεσα στις επιτυχίες του βιβλίου δεν είναι μόνο η εύρεση και η συγκέντρωση υλικού ακατάγραφου έως σήμερα, αλλά και κάτι που δεν φαίνεται στο απαίδευτο μάτι: είναι δύσκολο να πείσεις ανθρώπους που ντρέπονται ή συχνά αισθάνονται ακόμη και ενοχικά σε σχέση με τον σύγχρονο τρόπο ζωής, να ανοίξουν την καρδιά και το στόμα τους και να μοιραστούν με άλλους σε περιβάλλον ηχογράφησης τους θησαυρούς που κρύβουν μέσα τους. Είναι ίσως η πιο συγκινητική στιγμή, κορυφαία σε όλους όσοι κάνουμε αυτό που ονομάζεται «έρευνα πεδίου». Πρόκειται για ένα αίσθημα κάθαρσης και από τις δύο πλευρές (καταγραφέα και καταγραφόμενου), το οποίο οι λέξεις αδυνατούν να εκφράσουν.

Η μεταγραφή της μουσικής των τραγουδιών

Το βιβλίο, επιπλέον, προσφέρει κάτι που έως τώρα ελάχιστα (αν όχι καθόλου) είχε αποτελέσει αντικείμενο συστηματικής προσέγγισης. Δεν καταγράφει μόνο τους στίχους των τραγουδιών (όλοι τους διαμαντάκια της εξωαστικής ποίησης), αλλά και τη μουσική τους. Η μεταγραφή της μουσικής των τραγουδιών μόνο σποραδικά είχε απασχολήσει τους κατά καιρούς συγγραφείς (περιηγητές και μη) και μάλιστα είχε γίνει με τρόπο τις περισσότερες φορές αποσπασματικό και ατυχή. Διότι πράγματι η μεταγραφή σε οιανδήποτε μουσική σημειογραφία είναι μια διαδικασία επίμοχθη και κυρίως προοριζόμενη για ανθρώπους που γνωρίζουν βαθιά την τέχνη τους. Ο Στέφανος βλέποντας το πόσο θα βοηθήσει στη διατήρηση και διάδοση των καταγραφών του η αποτύπωσή τους σε μουσική σημειογραφία απευθύνθηκε στην πιο ήρεμη και χαμηλών τόνων δύναμη της μουσικής Κέρκυρας, τον αγαπητό Σπύρο Τσιλιμπάρη. Σε αυτόν χρωστάμε το τρίτο μέρος της έκδοσης, όπου όσοι θέλουν να προσεγγίσουν τη δουλειά του Στέφανου ως καθαρά μουσικό φαινόμενο, δύνανται μέσω της υποδειγματικής, προσεγμένης και λεπτομερέστατης δουλειάς του Σπύρου να το κάνουν.
Θα δουν πολλές μικρές χάρες στις νότες, εξαιρετικά ευρήματα και μια μουσική που αξίζει να αποτελέσει αντικείμενο, όχι μόνο διατήρησης, αλλά και αναδημιουργίας και αναστοχασμού. Πρόκειται πραγματικά για μουσικές, στις οποίες η ανατολή συναντά τη δύση και ο χρόνος είναι τόσο παλιός, ώστε να μοιάζει πλέον ακίνητος. Οι καταγραφές του Σπύρου Τσιλιμπάρη είναι μια όμορφη δημιουργική και ερευνητική πρόκληση για όποιον είναι έτοιμος να δει ανάμεσα από τις νότες και πίσω από τα πεντάγραμμα. Οι σύντομες παρατηρήσεις και οι στοχευμένες επισημάνσεις του ίδιου του Σπύρου Τσιλιμπάρη σε σχέση με το μουσικό υλικό προσφέρουν στον κάθε ενδιαφερόμενο μια εξαιρετική βάση εκκίνησης περαιτέρω μελέτης, περισυλλογής και μουσικής ενδοσκόπησης.

Στοιχεία στο χώρο και το χρόνο

Το βιβλίο στο πρώτο του μέρος τοποθετεί τα στοιχεία του εν τόπω και εν χρόνω, γεγονός που προσφέρει επαρκέστατη προσέγγιση της πολυκύμαντης ιστορικής πορείας του νησιού. Ακόμη και ο μη γνώστης της κερκυραϊκής ιστορίας (και υπάρχουν πολλοί τέτοιοι ακόμη και στην Κέρκυρα) λαμβάνει γρήγορα και με σαφήνεια την απαραίτητη πληροφόρηση, γεγονός που πιστεύω ότι θα βοηθήσει στην πανελλήνια διάδοσή του και θα συντελέσει στην προβολή της μουσικής της κερκυραϊκής υπαίθρου. Ας μη ξεχνάμε ότι εδώ και πάρα πολλές δεκαετίες η μουσική αυτή είναι αποκλεισμένη ακόμη και από τα κρατικά ΜΜΕ, μιας και εκτός Κερκύρας προσεγγίζεται ακόμη με έναν ελάχιστης επιστημονικότητας τρόπο γεμάτο από ξεπερασμένα και απλοϊκά στερεότυπα. Από το πρώτο μέρος του βιβλίου περνάνε με συντομία οι παράγοντες που διαμόρφωσαν το κοινωνικό πεδίο όλου του νησιού, με ιδιαίτερη έμφαση στις μετοικεσίες. Και αθέλητα προβάλει το ερώτημα στον αναγνώστη: «Πότε ξεκινά και κυρίως πότε τελειώνει η παράδοση; Ποια τα όριά της;»
Ερώτημα που γίνεται ευλόγως εντονότερο από την ορθότατη παρατήρηση του Στέφανου, ότι η παράδοση δεν είναι στατική. Υπογραμμίζει με τον τρόπο αυτό ο συγγραφέας μας τη δυναμική των μουσικών και των δρώμενων που συνοδεύουν, και θέτει στην άκρη την αναζήτηση της «καθαρότητας», μια αναζήτηση που έχει φέρει ανυπέρβλητα εμπόδια, ειδικά στην ελληνική λαογραφία. Ιδού, λοιπόν, μια ακόμη αρετή του βιβλίου: Θέτει περισσότερα ερωτήματα από εκείνα που καλύπτει μέσω της έρευνας που παρουσιάζει, και προκαλεί τον ενεργό αναγνώστη να σκεφτεί και να κρίνει.

Η υποχώρηση των λαϊκών δρώμενων και της μουσικής τους

Οι διαδράσεις στο πλαίσιο της παράδοσης της υπαίθρου είναι δεδομένες, ιδιαιτέρως από τη στιγμή που αυτή είναι προφορική και βασίζεται στην μνημονική ικανότητα του κάθε πομπού (ενδεχομένως για τον λόγο αυτό οι καλύτεροι ραψωδοί φέρονται να ήταν τυφλοί). Ομοίως βασίζεται και στην ικανότητά της να αφομοιώνει ακούσματα που έκρινε λειτουργικά (π.χ. χορούς ή τραγούδια της πόλης. Και εδώ ο Στέφανος κάνει πολύ χρήσιμες παρατηρήσεις). Οι σαφείς διαφοροποιήσεις των ακουσμάτων στα διάφορα διαμερίσματα του νησιού δείχνουν επίσης μια άλλη πτυχή αυτής της διάδρασης, τη φορά αυτή μεταξύ της ίδιας της υπαίθρου. Έγινε, βεβαίως, ήδη λόγος για το πώς η μεταπολεμική πλημμυρίδα των σύγχρονων μέσων και του τουρισμού συνετέλεσε στην υποχώρηση από την άμεση εμπειρία των δρώμενων και των μουσικών που τα συνοδεύουν, περιορίζοντάς τα, στην καλύτερη περίπτωση, σε έναν κακώς εννοούμενο φολκλορισμό.
Ήδη από τις αρχές του 20ού αιώνα, όμως, στα χωριά της Κέρκυρας παρατηρήθηκε μια άλλη ηχητική πλημμυρίδα προερχόμενη από το άστυ, την οποία η υπάρχουσα πρακτική δεν μπόρεσε να αφομοιώσει. Πρόκειται για την οργανωμένη επαφή με την εξίσου σημαντική παράδοση της αστικής χορωδιακής πρακτικής και των συνόλων πνευστών (μπάντες). Αφορμή δεν ήταν μόνο η προβολή της παράδοσης της χώρας από σημαντικό μέρος των κοινωνιών της υπαίθρου ως μέτρου ανύψωσης του βιοτικού επιπέδου της. Ούτε οι χωραΐτες ήταν αδιάφοροι, πολύ περισσότερο εχθρικοί, για το πολιτισμικό βάθος των χωριών (αν μη τι άλλο, οι πρώτες λαογραφικές συλλογές και δομημένες αναφορές στον πολιτισμό των χωριών έγιναν από αστούς).
Ωστόσο, οι χορωδίες και οι μπάντες ήρθαν με δύο μεγάλα όπλα στα χωριά, αφενός με τη λάμψη του καινούργιου και της τοπικά μακράς παρουσίας και αφετέρου με τη μουσική σημειογραφία. Χορωδίες και μπάντες βαθμιαίως αντικατέστησαν τα αυτοσχέδια φωνητικά και οργανικά σύνολα του χωριού ακόμη και σε εμβληματικά δρώμενα. Πρόκειται φυσικά για μια αναπόφευκτη εξέλιξη, για τις συνέπειες της οποίας υπεύθυνοι είμαστε εμείς. Φυσικά και οι δύο μουσικές παραδόσεις (χώρας και χωριού) είναι σημαντικές και σε καμία περίπτωση δεν θα έπρεπε η μια να δρα σε βάρος της άλλης. Αντιθέτως, όπως και πριν τον 20ό αιώνα, η διάδρασή τους έδωσε θαυμαστά αποτελέσματα. Η διαχείριση, όμως, αυτών των νέων δεδομένων ήταν δυστυχώς μη αποτελεσματική και δεν ήταν η μόνη περίπτωση κατά τον 20ό αιώνα: ας θυμηθούμε μόνο πόσες παλιές εικόνες από τα εικονοστάσια των σπιτιών μας ή πόσα παλιά έπιπλα δόθηκαν σε διάφορους επιτήδειους ώστε να μπουν στη θέση τους οι νέες χαρτονένιες εικόνες ή τα μοντέρνα έπιπλα. Ήταν η τάση της μεταπολεμικής εποχής, στην οποία τότε ελάχιστοι διέβλεψαν τον κίνδυνο της λήθης.

Η έρευνα συνεχίζεται – Η πρόκληση ανοικτή!

Ο Στέφανος με το βιβλίο του προσπαθεί, έστω και την έσχατη στιγμή, να αναστρέψει τον ρου του χρόνου. Διασώζει, συστηματοποιεί και ερμηνεύει πατώντας γερά στους προηγούμενους και αφιερώνοντας κόπο, χρόνο και μεράκι για να καταγράψει το παρόν και να τα δώσει όλα αυτά στους επόμενους. Φυσικά δεν ξεχνά ούτε στιγμή, ότι είναι μέρος του κοινωνικού-ηχητικού χώρου που αναδεικνύει και αυτό φαίνεται στην συχνά φλογερή πένα του. Επίσης, γνωρίζει ότι μέρος των άμεσων ή έμμεσων ερωτημάτων που θέτει δεν είναι δυνατόν να απαντηθούν, ακόμη και σε βιβλίο 420 σελίδων. Παίρνει, επιπλέον, με την καθοριστική συμβολή του Σπύρου Τσιλιμπάρη το μεγάλο όπλο της μουσικής σημειογραφίας και με τον τρόπο αυτό, μαζί με τα παλιά και τα καινούργια ηχητικά ντοκουμέντα, παγώνει τον χρόνο. Συνολικά, δηλαδή, δημιουργεί ένα εργαλείο, όπως και ο ίδιος περιγράφει το βιβλίο του. Ένα εργαλείο με ποικίλες εφαρμογές, στο οποίο ο οποιοσδήποτε μπορεί να βρει κάτι να προβληματιστεί, είτε πρόκειται για τον απλό αναγνώστη είτε για τον επαγγελματία ερευνητή είτε ακόμη και για τον εμπνευσμένο μουσικό δημιουργό. Και ο Στέφανος Πουλημένος, ως συνειδητοποιημένος συγγραφέας και γνώστης του χώρου, αφήνει 420 σελίδες μετά την εύλογη παραίνεση: «Η πρόκληση παραμένει ανοικτή». Κάθε καλό εργαλείο επιβάλει στον εαυτό του να αναπτυχθεί, πολύ περισσότερο από τη στιγμή κατά την οποία το εργαλείο αυτό εδράζεται σε στέρεες και γεμάτες κόπο και μόχθο βάσεις.



Πρόσκληση συμμετοχής στο δρώμενο

Πώς θα επιτευχθεί η διεύρυνση του εργαλείου και της σωρευμένης γνώσης του βιβλίου; Προσέξτε, αγαπητοί φίλοι! Σε αυτή την ανοικτή διαδικασία που μάς προτρέπει ο Στέφανος Πουλημένος με το εμβριθές πόνημά του θεωρώ δεδομένο ότι όλοι μας άμεσα ή έμμεσα μπορούμε να εισφέρουμε. Είτε εσείς οι ίδιοι που ξέρετε κάποιο επιπλέον τραγούδι είτε εσείς που γνωρίζετε κάποιον άλλον που μπορεί να κρατά στο μυαλό και στην καρδιά, αλλά όχι στο χαρτί ή στη σχετική ασφάλεια μιας ηχογράφησης, έναν ακόμη θησαυρό.
Η εξαιρετική ιδέα του Στέφανου να δημιουργήσει ιστότοπο στον οποίο θα δύνανται να προστίθενται και νέα τεκμήρια καταργεί τον κλειστό χαρακτήρα ενός τόμου και τοις πράγμασι προσφέρει τη δυνατότητα μιας συνεχούς ανανέωσης και πρόσκτησης υλικού, ώστε η αρχή που γίνεται με τον εν λόγω τόμο να μην έχει τέλος. Ομοίως δεν έχει τέλος και η πληροφόρηση, και ενδεχομένως η γνώση μας, για την τόσο σημαντική μουσική της υπαίθρου του νησιού μας. Κεντρικό σημείο αναφοράς υπάρχει πλέον, είναι η υποδειγματική δουλειά του Στέφανου Πουλημένου, ο οποίος προσέθεσε στη βιβλιογραφία της μουσικής δραστηριότητας της Κέρκυρας έναν κρίκο που μέχρι στιγμής έλειπε. Ο Στέφανος, λοιπόν, μάς προσκαλεί στο δικό του δρώμενο, στο οποίο όλοι δέον να συμμετέχουμε.

Αγαπητέ μου Στέφανε Πουλημένε και Αγαπημένε μου Σπύρο Τσιλιμπάρη.
Στο σημείο αυτό θα ήθελα πολύ να πώ, ότι σάς ευχαριστώ ιδιαιτέρως για την τόσο σημαντική και καλοδουλεμένη έκδοση που μάς προσφέρετε. Ευτυχώς, δεν μπορώ να πω κάτι τέτοιο και ο λόγος είναι απλός: Με την τελευταία παρατήρηση περί της ως δρώμενου συνεχούς ανανέωσης είναι σαφές ότι η έκδοση συνεχίζεται!
Σάς ευχαριστώ από βάθους για την εξαιρετική εργασία σας, την συνειδητοποίηση που μάς προσφέρετε, τον ερευνητικό κόπο, την δομημένη και οργανωμένη αποτίμηση των αποτελεσμάτων σας. Σάς ευχαριστώ, όμως, πλέον τούτων και για όλα εκείνα που θα επακολουθήσουν εξαιτίας της δουλειάς αυτής.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Οι ενδιάμεσοι ενδεικτικοί τίτλοι στο κείμενο είναι δικοί μας και όχι του ομιλητή.

Δευτέρα 18 Νοεμβρίου 2019

Την Παρασκευή 22/11 η παρουσίαση του βιβλίου του Στέφ. Πουλημένου «ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ, μέσα από τα λαϊκά δρώμενα και τις παραδόσεις της»

Παρουσιάζεται και επίσημα στο αναγνωστικό κοινό της Κέρκυρας, την ερχόμενη Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2019, στις 7 μ.μ., στο αμφιθέατρο 1 του Ιονίου Πανεπιστημίου, στην οδό Ιωάννου Θεοτόκη 72, το βιβλίο του δημοσιογράφου – πρώην νομάρχη, Στέφανου Πουλημένου, με τίτλο: «Τα τραγούδια της Κέρκυρας» και υπότιτλο «μέσα από τα λαϊκά δρώμενα και τις παραδόσεις της», που εκδόθηκε και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις “CorfuPress” του Θωμά Κατσαρού.
Την όλη εκδήλωση θ' ανοίξει εκπρόσωπος των εκδόσεων CorfuPress, ενώ για το βιβλίο και θα μιλήσουν οι:
  • Λάμπης Βασιλειάδης, Καθηγητής του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Ιονίου Πανεπιστημίου
  • Κώστας Καρδάμης, Επίκ. Καθηγητής του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Ιονίου Πανεπιστημίου και
  • Δημήτρης Ζυμάρης, Ιστορικός – Φιλόλογος

Θα μιλήσουν ακόμη:
  • Ο καθηγητής μουσικής και συνθέτης Σπυρίδων Τσιλιμπάρης που κατέγραψε μουσικά 91 τραγούδια της παράδοσης και θα κλείσει
  • Ο συγγραφέας του βιβλίου Στέφανος Πουλημένος

Την παρουσίαση θα πλαισιώσουν τρία φωνητικά σύνολα που θ’ αποδώσουν με το δικό τους τρόπο, συνολικά έξι (6) τραγούδια της λαϊκής παράδοσης του νησιού.
Λίγα λόγια για το βιβλίο
Το 420 σελίδων βιβλίο, καρπός πολυετούς έρευνας του Στεφ. Πουλημένου, προλογίζει ο Πρόεδρος της Αναγνωστικής Εταιρίας Κέρκυρας κ. Γιάννης Πιέρης, βαθύτατος γνώστης της κερκυραϊκής παράδοσης.
Το εξώφυλλό του κοσμείται από λεπτομέρεια της παραστατικής ελαιογραφίας του Κεφαλλονίτη Διονυσίου Βέγια (1810 – 1884) με τίτλο «Χορός στην Κέρκυρα» (1870), που χρησιμοποιήθηκε μετά από σχετική άδεια της Εθνικής Πινακοθήκης, στην οποία ανήκει (Συλλογή Κουτλίδη). Μέσω του πίνακα αυτού τεκμηριώνεται με ρεαλιστική απεικόνιση, η παλαιότερη χρήση των αρχέγονων λαϊκών μουσικών οργάνων στην ύπαιθρο του νησιού, που ήταν το ταμπούρλο και η νιάκαρα, με μια λέξη ταμπουρλονιάκαρα. Αυτά που στην ηπειρωτική χώρα, ονομάζονται νταούλι και ζουρνάς.
Το βιβλίο έχει τυπωθεί σε μέγεθος 16,5 x 23,5 εκατ., σε τετραχρωμία, ενώ το  περιεχόμενό του διανθίζεται με 66 έγχρωμες και μαυρόασπρες φωτογραφίες, αναφέρεται σε 58 χωριά και περιοχές της Κέρκυρας και τεκμηριώνεται με 221 σημειώσεις και παραπομπές σε πηγές, ανάμεσα στις οποίες, 70 τίτλοι βιβλίων, πολλές ζωντανές μαρτυρίες και 12 πηγές αρχείων ήχου και εικόνας.
Το πρώτο μέρος της ερευνητικής εργασίας περιλαμβάνει:
  • Περιγραφή του ιστορικού και κοινωνικού περιβάλλοντος μέσα στο οποίο δημιουργήθηκε και εξελίχθηκε η λαϊκή μουσική παράδοση της Κέρκυρας και
  • Παρουσίαση των τοπικών τραγουδιών σε 15 ενότητες, από τους κύκλους της ζωής και του χρόνου που ειδικότερα κατανέμονται στα: ακριτικά, παραλογές νεότερα αφηγηματικά, της αγάπης, λιανοτράγουδα της αγάπης, του γάμου, νανουρίσματα, της ξενιτιάς, της δουλειάς – αγροτικά, λαϊκοθρησκευτικά, της αποκριάς, του κλήδονα, των πανηγυριών, της τάβλας και τέλος, στα μοιρολόγια.

Το δεύτερο μέρος περιλαμβάνει τη μουσική καταγραφή 91 τραγουδιών της κερκυραϊκής λαϊκής παράδοσης, μια ιδιαίτερα σημαντική εργασία που έκανε ο καθηγητής μουσικής και συνθέτης Σπυρίδων Τσιλιμπάρης, καθώς με αυτήν είναι πλέον διαθέσιμο το πρώτο πλουσιότατο τοπικό μουσικό ρεπερτόριο.
Την επιμέλεια της έκδοσης είχε ο φιλόλογος Σωκράτης Πουλής.
Το βιβλίο, διατίθεται ήδη στα βιβλιοπωλεία της Κέρκυρας, στο γραφείο των εκδόσεων CorfuPress, N. Mώρου 6, Κέρκυρα, τηλ. 26610 28590, κιν. 6945 957600.


Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2019

Μούσα Κέρκυρα - Άρθρο του Δημήτρη Γ. Μεταλληνού για το βιβλίο του Στεφ. Πουλημένου "Τα τραγούδια της Κέρκυρας"

Ευχάριστη έκπληξη αποτελεί για την τοπική μας κοινωνία, αλλά και ευρύτερα για τον Επτανησιακό Ελληνισμό, η έκδοση του βιβλίου του πρώην Νομάρχη μας κ. Στέφανου Πενηντάρχου Πουλημένου, με τίτλο «Τα Τραγούδια της Κέρκυρας, μέσα από τα λαϊκά δρώμενα και τις παραδόσεις της», από τις εκδόσεις «Corfupress» του εκλεκτού συμπολίτη μας κ. Θωμά Κατσαρού (Κέρκυρα 2019, 420 σελ.).
Ο κ. Πουλημένος, μετά από μια πανθομολογουμένως επιτυχημένη διαδρομή στα αυτοδιοικητικά ζητήματα της Κέρκυρας (Πρόεδρος Κυνοπιαστών, Δήμαρχος Αχιλλείων και Νομάρχης Κέρκυρας), διοχέτευσε την αγάπη του αυτή για την ιδιαίτερη πατρίδα μας στην αναζήτηση και ανάδειξη του κρυμμένου θησαυρού της τοπικής μας κουλτούρας και παράδοσης. Με επισταμένη μελέτη, εις βάθος διερεύνηση, συστηματική καταγραφή, αντικειμενική αξιολόγηση των διασωθέντων αρχειακών τεκμηρίων και πληροφοριών, κατόρθωσε (διότι πρόκειται, για όσους ασφαλώς γνωρίζουν, για κατόρθωμα) να εκδώσει το αναφερόμενο σημαντικό πόνημα. Η μοναδικότητα-σημαντικότητα της εν λόγω μελέτης έγκειται στο γεγονός της παρουσίασης και τεκμηρίωσης της ιστορικής συνέχειας του ελληνισμού στην έδρα του επτανησιακού γεωπολιτισμικού χώρου (Κέρκυρα), όπως αυτή καταγράφεται στην ιστορική/εθνική μας ψυχή, τα τραγούδια. Μέσα από τα κείμενα κυρίως και τη μελωδία (την οποία καταγράφει ο εκλεκτός κερκυραίος μουσικολόγος κ. Σπυρίδων Φ. Τσιλιμπάρης) των παρουσιαζόμενων ασμάτων, τεκμηριώνεται η αδιάρρηκτη σύνδεση του λαϊκού πολιτισμού και παράδοσης με τη βυζαντινή και κατ’ επέκταση αρχαιοελληνική πολιτισμική πραγματικότητα. «Αφετηρία των τραγουδιών της πλούσιας λαϊκής μουσικής παράδοσης της Κέρκυρας, είναι ο ποιητικός λόγος των ακριτικών τραγουδιών και αργότερα των βυζαντινών παραλογών, των τραγουδιών που διαδίδονται σ’ όλες τις περιοχές του ελληνικού κόσμου».
Εξίσου σημαντική με την παρουσίαση των δημοτικών τραγουδιών και της μουσικής τους καταγραφής είναι, κατά την προσωπική μας άποψη, και η προσθήκη (σ. 27-71) των πρώτων έξι υποκεφαλαίων του βιβλίου (Ιστορικό πλαίσιο, Οι Κοινωνικές Συνθήκες, Ο λαϊκός πολιτισμός, Η δημιουργία των τραγουδιών της λαϊκής παράδοσης, Οι Παραλλαγές, Από την μονοφωνία στην πολυφωνία), όπου ο συγγραφέας προσφέρει στον αναγνώστη το απαραίτητο προϋποθεσιακό πλαίσιο κατανόησης και ερμηνείας (Vorvestaendnis) του φαινομένου (χωροχρονικό πλαίσιο). Έχουν υπάρξει κι άλλες μελέτες που έχουν καταγράψει ορισμένα δημοτικά τραγούδια σε διάφορες περιοχές της πατρίδας μας. Ελάχιστες, όμως, από αυτές έχουν τολμήσει να αναλάβουν την ευθύνη της τεκμηρίωσης, στοιχείο που χαρακτηρίζει την επιστημονικότητα της μεθοδολογίας που ακολουθεί ο συγγραφέας. Άριστη και η φιλολογική επιμέλεια της έκδοσης και οι διορθώσεις από τον κ. Σωκράτη Πουλή και την κα Κατερίνα Πενηντάρχου Πουλημένου, θυγατέρα του συγγραφέα).
Θεωρούμε, ότι το συγκεκριμένο βιβλίο συμβάλλει στην κατανόηση της τοπικής μας ιστορίας και πολιτισμού και προτείνουμε να υπάρχει και να διδάσκεται σ’ όλα τα εκπαιδευτικά ιδρύματα του νησιού μας, προκειμένου οι νεοκερκυραίοι να ανακαλύψουν τον «κρυμμένο θησαυρό» της πατρίδας μας…

Σημ.: Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στην τακτική στήλη του Δημ. Μεταλληνού "ΡΩΓΜΕΣ", στην στην εφημερίδα "Η ΚΕΡΚΥΡΑ ΣΗΜΕΡΑ" αρ.φύλλου 6367/16.11.2019

Τετάρτη 6 Νοεμβρίου 2019

"Τα τραγούδια της Κέρκυρας", του Στέφανου Πουλημένου

΄Αρθρο του Γιώργου Κατσαϊτη, εκδότη - διευθυντή της εφημ. ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ

'Οταν οι περισσότεροι, συνήθως οι μικροαστικής νοοτροπίας, περηφανεύονται για την άλλοτε αρχοντική τους καταγωγή και έτσι την σημερινή τους κοινωνική ανωτερότητα, εκείνος πάντοτε υπερασπίζεται την ταπεινή του προέλευση. Την αναδεικνύει ως το λίκνο της δημιουργίας ωραίων πραγμάτων, υπόχρεος απέναντι σε χωριάτες γονείς, βιοπαλαιστές, που τον ανέστησαν και τον προίκισαν με το φρόνημα, πρώτα, πρώτα. 
Ο λόγος για τον Στέφανο Πουλημένο, τον δημοσιογράφο, τον συνάδελφο, τον άλλοτε εκδότη της Κέρκυρας Σήμερα, κατά καιρούς κοινοτάρχη, δήμαρχο και νομάρχη. Η αφορμή από την κυκλοφορία της δεκαετούς μελέτης του κερκυραϊκού, λαϊκού πολιτισμού υπό τον τίτλο, τα τραγούδια της Κέρκυρας. Έργο αξιοζήλευτο και μοναδικό. 
Στις σελίδες του βιβλίου ξεδιπλώνεται η κερκυραϊκή ιστορία των τελευταίων τουλάχιστον δέκα αιώνων, ιδωμένη από το πρίσμα της πολιτισμικής παραγωγής και έτσι ταυτότητας. Δουλειά ικανή να αποκαθηλώσει και λογής, λογής επιπόλαιες προσεγγίσεις για την ντοπιολαλιά, που δήθεν είναι κυρίως ελληνικά ιταλικάτα, ή ακόμα ότι η πολιτισμική διαδρομή των Κερκυραίων στους αιώνες δεν είναι παρά το κακέκτυπο αποτύπωμα άλλων, ανάξιο παρατήρησης, πόσω μάλλον μελέτης. 
Ερωτευμένος με την κερκυραϊκή ύπαιθρο, της οποίας αποδείχτηκε άξιο τέκνο, κι αυτή τον αντάμειψε με όλα τα κατά καιρούς αξιώματα στη διοίκηση, έσκυψε σε ύστερες μνήμες ν' ανακαλύψει, με πρωτότυπη έρευνα και δημοσιογραφική ενάργεια, στίχους και ήχους που ζωγραφίζουν τη διαδρομή των Κερκυραίων στον χρόνο. Ξεσκόνισε πηγές, συμβουλεύτηκε ειδικούς, μίλησε με παλιούς, ηχογράφησε και βιντεοσκόπησε γερόντους και γερόντισσες, διαπίστωσε το γεωγραφικό εύρος του ελληνισμού ακόμα και μόνον από την εξαιρετικά διαχρονική επιβίωση των διαφορετικών εκδοχών των ίδιων τραγουδιών. 
Και όλα αυτά τα συγκέντρωσε σε έναν τόμο με περιγραφές, τραγούδια, παρτιτούρες και στίχους, με πλήθος βιβλιογραφικών αναφορών και τη μνεία σημαντικών ανθρώπων του πνεύματος που συνοδοιπόρησαν στην έρευνά του, προικοδοτώντας την με το κύρος και τη γνώση τους. 
Πρόκειται, χωρίς υπερβολή, για έναν θρίαμβο του λαϊκού πολιτισμού, της γείωσης και της ενεργού και επιθετικής ταπεινοφροσύνης. Ένα πόνημα που ξεσηκώνει, κι ας επιτραπεί ο ενθουσιασμός για το πνευματικό έργο ντόπιου, κοντράστ στην εποχή του κουτσομπολιού και της κακοήθειας, που συχνά προβάλλεται και ως επαγγελματική δήθεν ιδιότητα. 
Σ' ευχαριστούμε Στέφανε!

Σάββατο 2 Νοεμβρίου 2019

Ο Κερκυραίος καθηγητής ιατρικής Γιώργος Σουρβίνος στο νέο Δ.Σ. του Ε.Ο.Δ.Υ.


Ο κερκυραϊκής καταγωγής (από Κυνοπιάστες) καθηγητής κλινικής ιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης Γιώργος Κ. Σουρβίνος (φωτο), μετέχει στο νέο 7μελές Διοικητικό Συμβούλιο του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας.
Η σχετική απόφαση του Υπουργού Υγείας δημοσιεύτηκε την Παρασκευή 1 Νοεμβρίου 2019, στο υπ. αρίθμ. 919 Φ.Ε.Κ.
O Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ) είναι Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ), που ιδρύθηκε με το νόμο 4600/9.3.2019 και εποπτεύεται από το Υπουργείο Υγείας. Ο ΕΟΔΥ είναι καθολικός διάδοχος του προϋφιστάμενου Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων, το οποίο καταργήθηκε από τον προαναφερόμενο νόμο.
Σκοπός του ΕΟΔΥ είναι η προάσπιση και η προαγωγή της υγείας του πληθυσμού της Ελλάδας και ειδικότερα η προστασία της δημόσιας υγείας, δηλαδή η πρόληψη νόσων, η αύξηση του προσδόκιμου ζωής και η προαγωγή της υγείας μέσω οργανωμένων προσπαθειών της πολιτείας και της κοινωνίας.
Στον σκοπό του ΕΟΔΥ περιλαμβάνονται:
α) η παρακολούθηση και η εκτίμηση της υγείας του πληθυσμού της χώρας και των βιολογικών, κοινωνικοοικονομικών και περιβαλλοντικών παραμέτρων που την επηρεάζουν,
β) η επιδημιολογική καταγραφή και η συνεχής παρακολούθηση της επίπτωσης των νοσημάτων, λοιμωδών και μη μεταδοτικών, στη δημόσια υγεία,
γ) η λήψη μέτρων πρόληψης και διαρκούς ενημέρωσης του πληθυσμού, στο σύνολό του ή σε επιμέρους ομάδες, για την προστασία της υγείας και την εξασφάλιση της ευεξίας και της ευζωίας του,
δ) δράσεις που αποσκοπούν στην προστασία του πληθυσμού από κάθε είδους απειλές που προέρχονται από εξάπλωση νοσημάτων ή καταστάσεων βλαπτικών για την υγεία.

Η Εστία Κυνοπιαστών εύχεται στον διακερκιμένο συντοπίτη μας καθηγητή Γιώργο Κ. Σουρβίνο κάθε επιτυχία στα νέα του καθήκοντα.

Ο Προκόπης Αρκούδης δεύτερος στην κατηγορία 50+, στο Salomon Cappadocia Ultra Trail 2019!

  • ΝΕΑ ΕΠΙΤΥΧΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΚΟΥΡΑΣΤΟ ΚΕΡΚΥΡΑΙΟ ΔΡΟΜΕΑ
 Φωτο από τον αγώνα Salomom Cappadocia Ultra Trail 

Διατηρείται σε άριστη κατάσταση και τα χρόνια δεν τον πτοούν. Ο λόγος για τον 54χρονο Κερκυραίο αθλητή ορεινών διαδρομών μεγάλων αποστάσεων Προκόπη Αρκούδη, που κατέκτησε μια ακόμη παγκόσμια διάκριση, καταλαμβάνοντας τη δεύτερη θέση στην κατηγορία του (50+) στον συναρπαστικό διεθνή αγώνα στην Καππαδοκία της Τουρκίας.
Ο αγώνας  πραγματοποιήθηκε σε τρεις κατηγορίες επί ένα τριήμερο, στα τέλη Οκτωβρίου 2019, με την επωνυμία Salomom Cappadocia Ultra Trail και συμμετείχαν 26 Έλληνες αθλητές, κάποιοι μάλιστα με πολύ καλές επιδόσεις και βάθρα κατηγορίας!
Ξεχώρισαν στον Ultra Trail των 119 χλμ. η 9η θέση κατηγορίας (14η γενικής) με 14:00:30 του Γιώργου Ιωάννου, η 3η θέση κατηγορίας με 14:41:18 του Γιάννη Κουρκουρίκη, η 6η κατηγορίας της Ντέπυς Σημαντράκου με 16:13:24, η 2η θέση κατηγορίας του Προκόπη Αρκούδη 07:34:55 στο Medium Trail και η 7η κατηγορίας της Ιωάννας Ζιώγα στο Short Trail.

Αναλυτικά τα αποτελέσματα των Ελλήνων δρομέων

Cappadocia Ultra Trail
Giorgos Ioannou  - 14:00:30 (9ος Μ40- 14ος γενικής)
Ioannis Kourkourikis - 14:41:18 (3ος Μ40+ 20ος γενικής)
Depy Simantrakou - 16:13:24  (6η F40- 9η γυναίκα)
Spiros Nikolouzos - 17:43:56 
                     
Cappadocia Medium Trail
Prokopios Arkoudis - 07:34:55 (2ος Μ50+)
Ioannis Markoulis - 07:40:56
Vasilios Kafkopoulos - 07:52:13
Dimitrios Zervos - 08:59:16
Charalampos Charalampidis - 10:13:20
Nikolaos Zanas - 11:09:44
Odyssefs Spyroglou - 11:09:39
Maria Markouli - 11:09:40
Ioanna Eleni Voudouri - 11:09:39
Konstadina Batzaka - 11:26:19

Η Εστία Κυνοπιαστών εύχεται στον μεγάλο Κυνοπιαστινό δρομέα Προκόπη Αρκούδη πρώτα απ' όλα υγεία και μετά, να καταγράψει πολλές ακόμη επιτυχίες. Επιτυχίες με τις οποίες μας έχει κάνει πολλές φορές, υπερήφανους!