Το καμπαναριό και η εκκλησία της Υ.Θ. Ελεούσας Κυνοπιαστών |
Τα τέλη του 19ου αιώνα βρήκαν την Κέρκυρα σε περίοδο μεγάλης ακμής για τα δεδομένα εκείνης της εποχής.Εχει μπεί και το νησί μας στη φάση της «βιομηχανικής επανάστασης», η φεουδαρχία πνέει τα λοίσθια, η αστική τάξη γεννιέται και γίνεται φορέας μιας άλλης αισθητικής αντίληψης των πραγμάτων, όχι μόνο στην πόλη μα και στην αγροτική ύπαιθρο.
΄Ενας άνεμος δημιουργικός πνέει παντού και το χωριό μας δεν αποτελεί εξαίρεση.
Είναι η εποχή που λαμβάνονται στους Κυνοπιάστες πολύ σημαντικές αποφάσεις. Αποφάσεις που αλλάζουν την όψη του χωριού, σε κεντρικά του σημεία, κυρίως γύρω από τις εκκλησίες του.
Η κεντρική εκκλησία της Υ.Θ. Ελεούσας, ήταν τότε, από το 1720, μια μεσαίου μεγέθους μονόκλιτη Βασιλική, με ένα μικρό κτίριο στα νότια, τη «λότζα» όπου στεγαζόταν από το 1826 το Σχολείο του χωριού, ενώ στα βόρεια βρισκόταν το κοιμητήριο των οικογενειών που είχαν συναδελφικά δικαιώματα εκεί (Οικ. Πουλημένου, Σουρβίνου, Ανυφαντή, Παϊπέτη, Τσαγκαρόπουλου, Μάζη κλπ.).
Ενα χαμηλό και μάλλον άτεχνο καμπαναριό ήταν πιθανότατα σε επαφή με το κτίριο της εκκλησίας στην αριστερή πλευρά της πρόσοψής της.
Η απόφαση του εκκλησιαστικού συμβουλίου στα 1894 ήταν ιδιαίτερα τολμηρή.
Προέβλεπε ανακατασκευή της εκκλησίας κρατώντας από τη μονόκλιτη Βασιλική, το πανέμορφο και καλοδουλεμένο πέτρινο τέμπλο του 1720, με τις εικόνες του και ένα τμήμα της τοιχοποιίας.
Το πέτρινο περίτεχνο τέμπλο της εκκλησίας της Υ.Θ. Ελεούσας |
Στόχος να γίνει υπερδιπλάσιας χωρητικότητας καθώς ο πληθυσμός του χωριού είχε αυξηθεί σημαντικά.
Η ανοικοδόμηση της εκκλησίας της Υ.Θ. Ελεούσας γίνεται, εντυπωσιακά γρήγορα, πράξη.
Το μικρό κτίριο της «λότζας» κατεδαφίζεται όπως και το παλιό καμπαναριό, για να αποκτήσει η εκκλησία τα δύο επιπλέον κλίτη. Η αρχιτεκτονική όψη που παίρνει τότε ο νέος ναός, αλλά και οι εσωτερικές αψίδες που στηρίζουν το γυναικωνίτη, υποδηλώνουν την εμπλοκή ειδικού για τέτοιου είδους κατασκευές, μηχανικού ή αρχιτέκτονα.
Το αποτέλεσμα μετά από χρόνια επιμελημένων εργασιών, ήταν άριστο.
Το χωριό μας απέκτησε την εκκλησία που ονειρευόταν οι κάτοικοί του.
Πανέμορφη, άνετη, πραγματικό στολίδι για τους Κυνοπιάστες.
Όμως το έργο δεν είχε τελειώσει αν δεν ανοικοδομούσε και το αντίστοιχο καμπαναριό. Γαρουνιάτες μαστόροι, μοναδικοί στο είδος τους, στο δούλεμα της τουφόπετρας, σε σχέδια ειδικών τεχνικών, οικοδομούν ένα πραγματικό κομψοτέχνημα. Ένα πανύψηλο, καταπληκτικής τέχνης καμπαναριό, που ολοκληρώνεται, όπως αναφέρει και η εντοιχισμένη μαρμάρινη επιγραφή, το έτος 1900.
Λίγα χρόνια μετά και καθώς η κεντρική είσοδος της εκκλησίας δεν είχε την μεγαλοπρέπεια του νέου οικοδομήματος, αποφασίζεται η κατασκευή του μαρμάρινου γλυπτού. Του γλυπτού που επιμελήθηκε ο Κατωγαρουνιάτης γλύπτης Στέφανος Καρδάμης, στα 1913 και προσθέτει ένα ακόμη στοιχείο μοναδικότητας και ομορφιάς, που όμοιό του δεν υπάρχει πουθενά αλλού.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι το γλυπτό δουλεύτηκε σε πεντελικό μάρμαρο για να αντέξει ανέπαφο στο χρόνο, σύμφωνα και με τη σχετική απόφαση του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου, με την οποία εγκρίθηκε η δαπάνη των 1225 δραχμών, ιδιαίτερα μεγάλου ποσού για τα δεδομένα της εποχής.
Λίγα χρόνια αργότερα, στα 1926, μεταφέρεται στον Αγ. Νικόλαο, το κοιμητήριο από το κέντρο του χωριού, που μετατρέπεται σε πλατεία, αφού προηγουμένως ένα μεγάλο τεχνικό έργο καλύπτει το μικρό ρέμα δίπλα στην εκκλησία που χώριζε το χωριό στα δύο.
Εκτιμάται ότι καθοριστικό ρόλο στα έργα αυτά, έπαιξε η οικογένεια του Δημάρχου Μεσοχωριτών Ανδρέα Παϊπέτη. Το όνομα του γιού του Σωκράτη Παϊπέτη, το βλέπουμε ως δωρητή στην «ουρανία» του ναού στα 1909.
Στις άλλες εκκλησίες
Η μαρμάρινη επιγραφή πάνω από την κεντρική είσοδο του ναού του Αγίου Ιωάννη των Κυνοπιαστών μαρτυρεί ότι περί τα τέλη του 19ου αιώνα ανακαινίστηκε και αυτή η παλαιά – πρό του 1500 - συναδελφική εκκλησία οικογενειών Σκιαδόπουλου και Μαζαράκη, χωρίς όμως να επεκταθεί. Ο ιερομόναχος στο ΄Αγιο ΄Ορος, ΄Ανθιμος Μαζαράκης, από οικογένεια που μετείχε στην αδελφότητα του ναού, συνέβαλε ουσιαστικά στο έργο.
Από καλοδουλεμένη τουφόπετρα είναι φτιαγμένα τόσο το καμπαναριό τη Αη Γιάννη, όσο και η κεντρική είσοδος της εκκλησίας. Με λιτές και απέριττες γραμμές και Δωρικά στοιχεία στην τεχνοτροπία της, η είσοδος, αρμονικά δεμένη με το σύνολο του ναού, αποτελεί υπόδειγμα τέχνης και υψηλής αισθητικής αντίληψης. Από την ίδια αντίληψη διαπνέεται και η διακόσμηση στα παράθυρα, τις άλλες εισόδους όσο και στο μπότζο (εξωτερική πέτρινη σκάλα) της εκκλησίας που οδηγεί στο γυναικωνίτη.
Εντοιχισμένη επιγραφή μαρτυρεί ότι και το καμπαναριό της μικρής εκκλησίας του Αγίου Σπυρίδωνα, πάλαι ποτέ κτητορικού ναού της οικογένειας Γιαννιώτη (1750), κατασκευάστηκε το 1898, επίσης από τουφόπετρα, με σχέδια σαφέστατα επηρεασμένα από το προϋπάρχον πιθανότατα καμπαναριό του Αγ. Νικολάου.
Στον Αγιο Νικόλαο, κτητορική εκκλησία των παμπάλαιων οικογενειών Δαφνή και Αρκούδη - τουλάχιστον από το 15ο αιώνα - αξιόλογη είναι η διακόσμηση της εισόδου, ενώ περίτεχνη είναι και η διακόσμηση στις κολώνες (κίονες) με κιονόκρανα κορινθιακού ρυθμού, που ευτυχώς διασώθηκαν ως τις μέρες μας (φωτο).
Πέτρινες κατασκευές με περίτεχνη διακόσμηση συναντάμε ακόμη στα καμπαναριά και όχι μόνο, τόσο στο μοναστήρι της Αγ. Παρασκευής όσο και στην εκκλησία της Αγίας Κυριακής στη Χρυσίδα. Χρονολογούνται ωστόσο στα τέλη του 18ου αιώνα, και φέρουν χαρακτηριστικά της τεχνοτροπίας της εποχής.
Λεπτομέρεια από το περίτεχνο πέτρινο τέμπλο της εκκλησίας της Υ.Θ. Ελεούσας, πάνω από την Ωραία Πύλη |
Το συμπέρασμα όλων αυτών είναι ότι οι πρόγονοί μας εφρόντιζαν τους χώρους λατρείας τους με αγάπη και αφοσίωση, δίνοντάς τους μορφή που αντανακλά τα αισθήματά τους για την εκκλησία τους.
Σήμερα, η αισθητική, το μεράκι, η τέχνη και τα έργα των προγόνων μας είναι το καμάρι του χωριού μας.
Αν τους μοιάζαμε και λίγο στις σύγχρονες κατασκευές μας…
Στέφανος Πενηντάρχου Πουλημένος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου